Ποίημα του εξ Αμοργού Γιάννη Ρούσσου:
Περήφανους μας κάνατε για μια φoρά ακόμα,
την ώρα που τα αφεντικά, μας θέλαν μες στο χώμα.
Και με τον άθλο σας αυτό, τη σούπα τους χαλάσατε,
με τη δική σας λεβεντιά, τους δήμιους μας, ξαφνιάσαστε.
Γιατί την εξαθλίωση, που προσπαθούν να φέρουν,
στη δύστυχη τη χώρα μας, δεν θα το καταφέρουν,
ακόμα κι΄αν μας γύρισαν αιώνες πίσω, πάλι,
χάρη σε σας, δεν θα μας δουν να σκύβουμε κεφάλι.
Καθώς όλοι γνωρίζουμε, η φτώχεια και η πείνα,
που απλόχερα μας πρόσφεραν, δεν είναι μόνο εκείνα,
που οι σωτήρες θάθελαν σε μας να καταφέρουν,
αλλά σε μαύρη απελπισιά θάθελαν να μας φέρουν.
Να τρώμε μόνο καρπαζιές απ΄τη μια κι΄απ΄την άλλη,
ποτέ να μη μπορούμε να, σηκώσουμε κεφάλι.
Γιατί αν τον δύστυχο λαό, τον ταλαιπωρημένο,
τον κάνουν με τα έργα τους απογοητευμένο,
με το κεφάλι του σκυφτό, χωρίς καμμιάν ελπίδα,
τότε πολύ πιο εύκολα θα πάρουν την Πατρίδα,
και δώρο θα την δόσουνε στα ξένα αφεντικά τους,
ώστε για ακόμα μια φορά, να έχουν την εύνοιά τους.
Εσείς λοπόν μας δόσατε, πάλι την περηφάνεια,
σε μια στιγμή, που θέλανε νάμαστε στη αφάνεια.
Γι΄αυτό και όλοι οι Έλληνες, θερμά ευχαριστούμε,
εσάς, που όλους μας κάνατε και πάλι να χαρούμε.
εσάς, που όλους μας κάνατε και πάλι να χαρούμε.
Όμως πολύ θα ήθελα να σας παρακαλέσω,
όταν οι εθνοσωτήρες μας οι μέσα και οι έξω,
θα έλθουν υποκριτικά να σας ευχαριστήσουν,
και με ενέργειες κάλπικες, δήθεν να σας τιμήσουν,
εσείς μην φάτε αμάσητη την τρίπλα τους αυτή,
μα βάλτε ένα ακόμα γκολ, φτύνοντας τη γιορτή,
Oπού για σας θα κάνουνε, τάχα να σας τιμήσουν,
ενώ ο σκοπός τους θα ειναι απλώς, να μας εξαπατήσουν,
τόσο εμάς, όσο κι΄εσάς, οι δήθεν πατριώτες,
που όλους μας θέλουν προσοχή, σαν νέους στρατιώτες,
ενώ ο σκοπός τους θα ειναι απλώς, να μας εξαπατήσουν,
τόσο εμάς, όσο κι΄εσάς, οι δήθεν πατριώτες,
που όλους μας θέλουν προσοχή, σαν νέους στρατιώτες,
Πως δεν τσιμπάτε δείχτε τους και πέστε τους ωμά:
μασάει τάχα δηλαδή η κατσίκα ταραμά;
Έτσι για ακόμα μια φορά, ψηλά θα μας σηκώσετε
και νίκης μήνυμα ξανά, για το λαό θα δόσετε.
ΕΝΑΣ ΠΕΡΗΦΑΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ